Σκηνές από την Ελλάδα των άλλων, ΙV

Published
Χάρτης 29 (Μάιος 2021)

                                               Σκηνές από την Ελλάδα των άλλων, ΙV

Μετά από πολύμηνη απουσία επανέρχομαι στο μεταφραστικό αυτό έργο, συνεχίζοντας μάλιστα από εκεί που είχαμε προσωρινά σταματήσει, το μεγάλο επικο-λυρικό έργο της H.D. (Hilda Doolittle) Η Ελένη στην Αίγυπτο. Για βιογραφικές πληροφορίες και κριτικές σημειώσεις βλ. Χάρτης #20, Αύγουστος 2020. Τα ποιήματα που ακολουθούν είναι από την 2η και 3η ενότητα του έργου, με τους τίτλους Λευκή και Είδωλον αντιστοίχως.

                                               Η Ελένη στην Αίγυπτο

ΛΕΥ­ΚΗ IV.​vi

Πώς να συμ­φι­λιω­θούν Έλ­λη­νες και Τρώ­ες; Εί­ναι το πα­λιό πρό­βλη­μα της Ελέ­νης, το δι­κό της πρό­βλη­μα. Η αλή­θεια εί­ναι ότι στην Λευ­κή νή­σο οι νε­κροί πρέ­πει να συμ­φι­λιω­θούν, ο φο­νιάς με τον φο­νευ­μέ­νο. Ο Αχιλ­λέ­ας; Ο Πά­ρις; Των Ελ­λή­νων και των Τρώ­ων τα βέ­λη πρέ­πει να αφιε­ρω­θούν αλ­λού. Όπως λέ­ει ο Θη­σέ­ας, «έχου­με κου­ρα­στεί με τον Πό­λε­μο, μό­νο η Ανα­ζή­τη­ση πα­ρα­μέ­νει».

Εί­ναι άλ­λο πράγ­μα, Ελέ­νη, να σκο­τώ­νεις τον Θά­να­το
και άλ­λο να επι­στρέ­φεις
μέ­σα από τις πε­ρί­πλο­κες στρο­φές του Λα­βυ­ρίν­θου

η καρ­διά; σπί­θα, στά­χτη ή άν­θος,
αδερ­φή της Περ­σε­φό­νης εί­σαι εξάλ­λου, πε­ρί­με­νε –
πε­ρί­με­νε – πρέ­πει να πε­ρι­μέ­νεις στο χει­μω­νιά­τι­κο σκο­τά­δι

λες, δεν εί­ναι εδώ σκο­τά­δι;
λες, οι σπί­θες ζω­γρα­φί­ζουν ει­κό­νες ευ­τυ­χί­ας
και σου θυ­μί­ζει Τροία

κά­ποιοι πλα­κώ­θη­καν στις σκά­λες
μό­νο αυ­τό θυ­μά­σαι,
όλα ήταν όνει­ρο μέ­χρι να φτά­σει ο Αχιλ­λέ­ας,

κι αυ­τός ο Αχιλ­λέ­ας;
μέ­σα στο όνει­ρο σε ξύ­πνη­σε,
μα στο όνει­ρο ξύ­πνια ήσουν,

λες, ονει­ρο­πό­λη­μα ήταν και φτά­νει,
μέ­χρι που έφτα­σε η μά­να του,
η Θέ­τις, ή κά­ποια άλ­λη – η μά­να του

σε κά­λε­σε εδώ πέ­ρα,
η Λευ­κή εί­ναι το νη­σί της,
ή μή­πως εί­ναι της Αφρο­δί­της; τι ση­μα­σία έχει,

αγα­πη­μέ­νο Βρέ­φος, εί­μα­στε μα­ζί
κου­ρα­σμέ­νοι με τον Πό­λε­μο,
μό­νο η Ανα­ζή­τη­ση πα­ρα­μέ­νει.

 

ΕΙ­ΔΩ­ΛΟΝ III.​iv

Η Ελέ­νη από μό­νη της εί­ναι σχε­δόν έτοι­μη για αυ­τή την θυ­σία – του­λά­χι­στον, για την αυ­το­πυρ­πό­λη­ση μπρο­στά στου Αχιλ­λέα τον με­γά­λο έρω­τα, την αφο­σί­ω­σή του στο «δι­κό του κα­ρά­βι» και στο ακρό­πρω­ρο, «το εί­δω­λο… η Θέ­τις γορ­γό­να στη πλώ­ρη».

Λο­ξά τα μά­τια της όπως πα­λιά;
Αι­γύ­πτια ήταν ή Ελ­λη­νί­δα;
την εί­χε σκα­ρώ­σει κά­ποιος ναύ­της απ’ την Φοι­νί­κη;

λα­ξευ­μέ­νη από κέ­δρο ή οξιά;
την εί­χαν σκά­ψει από κά­ποιο στρα­βό ξύ­λο
κα­ρα­βιού στα ναυ­πη­γεία

και με­τά την κάρ­φω­σαν εδώ μπρο­στά;
ή εί­χαν σκα­λί­σει επί­τη­δες την πλώ­ρη
στο σχή­μα ενός κορ­μιού γορ­γό­νας,

με την κα­μπύ­λη στα μαλ­λιά;
με μια στά­λα μπο­γιάς αρ­χι­κά,
εκεί στις πτυ­χές της χλα­μύ­δας,

μή­πως έτσι με­τά χά­θη­κε το θα­λασ­σί;
σά­μπως στους ώμους και στα χέ­ρια εί­χαν κά­νει ένα ρε­τούς;
σά­μπως την άγ­γι­ξε πο­τέ κα­νείς που­θε­νά;

σά­μπως εί­χε κι άλ­λους φα­να­τι­κούς ερα­στές
ή μό­νος αυ­τός την λά­τρε­ψε;
φό­ρε­σε μή­πως κορ­σέ από φύ­κια;

ζω­γρά­φι­σαν πά­νω της το στέμ­μα; πό­σο συ­χνά
τα ψη­λά στή­θια της χτύ­πη­σαν τον αφρό;
πό­σο συ­χνά πέ­σαν στα βά­θη;


Εί­δω­λον III.​vii

Ήταν η Ελέ­νη πιο δυ­να­τή από τον Αχιλ­λέα ακό­μη κι «όταν τα βέ­λη έπε­φταν βρο­χή»; Δεν μπο­ρεί, όμως εκεί­νος ανα­γνώ­ρι­σε ότι μέ­σα της εί­χε μια δύ­να­μη πέ­ρα από την θρυ­λι­κή της ομορ­φιά.

Το όνο­μα Έλε­να μπο­ρού­σε να το πει
όμως το άλ­λο όχι,
ήταν δέ­λε­αρ, έλ­ξη φω­τός,

φλό­γα εν­δό­μυ­χη και μυ­στι­κό κρυ­φό
ακό­μη κι απ’ τους δού­λους, τους πε­ριού­σιους,
την εν­δό­τα­τη ιε­ραρ­χία.

Μό­νο η Ελέ­νη εί­χε όνο­μα
και ήταν δη­μό­σιο σκάν­δα­λο
ού­τως ή άλ­λως, επαί­σχυ­ντη αι­τία

για τους Αγα­μέ­μνο­νες και Με­νε­λά­ους,
δεν εί­ναι μό­νο ότι ήταν όμορ­φη,
εν­νο­εί­ται, αλ­λά ότι στε­κό­ταν στα Τεί­χη

ευ­θυ­τε­νής και αδιά­φο­ρη
ενώ τα βέ­λη έπε­φταν βρο­χή,
δεν εί­ναι μό­νο ότι ήταν όμορ­φη,

υπήρ­χαν κι άλ­λες,
άσχε­τα με τον θρύ­λο,
εξί­σου ευ­γε­νείς και κο­ρυ­φαί­ες,

δεν εί­ναι μό­νο ότι ήταν όμορ­φη,
αλ­λά δεν έπαυε να την κοι­τά­ζει καρ­φω­μέ­νος
πέ­ρα από την απαν­θρά­κω­ση

και την φω­τιά που ακό­μα σι­γο­καί­ει
μέ­χρι να κα­θα­ρί­σου­νε τα μά­τια του
και να χα­θεί ο κα­πνός.


Εί­δω­λον IV.​ii

Οπό­τε, αυ­τή η τρί­τη Ελέ­νη, για την ώρα, απορ­ρί­πτει και την υπερ­βα­τι­κή Ελέ­νη και την Ελέ­νη της δια­νό­η­σης ή της έμπνευ­σης, προς όφε­λος αυ­τής της άλ­λης «της ναρ­κω­μέ­νης, της μου­δια­σμέ­νης από την μνή­μη».

Οπό­τε, δεν ήταν τί­πο­τα, τί­πο­τα κα­θό­λου
οι πρώ­τες λέ­ξεις που φά­νη­κε να λέ­ει
μέ­σα στον πυ­ρε­τό μου, στον ύπνο ή στο ξύ­πνιο,

δεν ήταν τί­πο­τα, διά­δρο­μοι, δια­βά­σεις,
ο να­ός, τα τεί­χη τα ιε­ρά,
τα κα­θή­κο­ντα των αστρο­τε­ρά­των,

τα πρό­τε­ρα τα λό­για που εί­χα πει
στον Θη­σέα, και οι προ­σευ­χές μου,
δεν ήταν τί­πο­τα, του Άμ­μω­νος οι δεί­κτες,

η Γρα­φή, το αστρο­διά­στη­μα,
ο Τρο­χός και το Μυ­στή­ριο,
δεν ήταν τί­πο­τα,

και η ορ­γή του Πά­ρη
μια ανά­σα μό­νο που ανα­φλέ­γει σκέ­ψεις
πο­λύ βα­θειά θαμ­μέ­νες να τις προ­λά­βει η μνή­μη,

που δια­περ­νούν τον θρύ­λο,
τη φή­μη του Αχιλ­λέα,
την ομορ­φιά της Ελέ­νης,

σαν πύ­ρι­νες γλώσ­σες
μέ­σα από τις θρυμ­μα­τι­σμέ­νες ει­κό­νες
στο μαρ­μά­ρι­νο πά­τω­μα.

https://www.hartismag.gr/hartis-29/klimakes/skhnes-apo-thn-ellada-twn-allwn-iv