Συνέντευξη με την Βίκυ Κατεχάκη
Οι φοιτητές μας βρίσκονται στη δυσκολότερη θέση. Κάποιοι έχουν απελαθεί, άλλοι έχουν συλληφθεί και περιμένουν να δικαστούν, άλλοι –λιγότεροι– έχουν αποδράσει προτού συλληφθούν. Περισσότεροι είναι οι ερευνητές και μεταδιδακτορικοί που έχουν βρεθεί ξαφνικά χωρίς εισόδημα και τα εργαστήριά τους έχουν κλείσει. Διάφοροι ξένοι το σκέφτονται να ταξιδέψουν γιατί φοβούνται μήπως δεν τούς επιτραπεί η επάνοδος, με τεράστιες επιπτώσεις στην έρευνα ή την προσωπική τους ζωή».
Ο Στάθης Γουργουρής, καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Κοινωνικών Σπουδών στο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, περιγράφει στην «Κ» τη σημερινή πρωτόγνωρη κατάσταση σε ένα από τα πιο εμβληματικά πανεπιστήμια της Αμερικής, στο οποίο διδάσκει επί σειρά ετών, τονίζοντας τον κίνδυνο –στη νέα εποχή διακυβέρνησης Τραμπ– να καταστραφεί ο παγκόσμιος χαρακτήρας του πανεπιστημίου. Είναι ένας από τους λόγους που τόσο ο ίδιος όσο και ορισμένοι συνάδελφοί του, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, έχουν αρχίσει να επεξεργάζονται σενάρια ακόμη και για να φύγουν από τη χώρα.
«Ναι, έχει περάσει από το μυαλό μας η σκέψη να φύγουμε, ανάλογα βέβαια με το πού βρίσκεται κανείς στη ζωή του: αν για παράδειγμα έχει παιδιά στο σχολείο το κάνει πιο δύσκολο, αν βρίσκεται κοντά στη σύνταξη τότε ίσως είναι πιο απλό», σημειώνει ο ίδιος στην «Κ», επισημαίνοντας –πάντως– πως σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο οι καθηγητές συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους, παρακολουθώντας με προσοχή τις καθημερινές εξελίξεις.
«Σήμερα, έχουμε ακόμη πιο έντονη αίσθηση ευθύνης απέναντι στο περιβάλλον του πανεπιστημίου, το οποίο προσπαθούμε να προστατεύσουμε όσο καλύτερα μπορούμε, διότι προέχει να υπερασπιστούμε αυτόν τον κόσμο που η κυβέρνηση επιχειρεί να εξοντώσει».
Ο Γουργουρής γεννήθηκε στο Λος Αντζελες, μεγάλωσε στην Αθήνα και επέστρεψε στην Αμερική για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον έως το 2000, στη συνέχεια απέκτησε έδρα για τέσσερα χρόνια στο Κολούμπια, από εκεί βρέθηκε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και το 2008 επέστρεψε στο Κολούμπια όπου παραμένει καθηγητής, έχοντας διατελέσει διευθυντής του Προγράμματος Ελληνικών Σπουδών και διευθυντής του Ινστιτούτου Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Κοινωνικών Σπουδών. Ολα αυτά τα χρόνια, δεν σταμάτησε να επισκέπτεται την Ελλάδα, ωστόσο ποτέ μέχρι σήμερα η επιστροφή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν τού προκαλούσε δυσάρεστες σκέψεις. Σχολιάζοντας την παρούσα πολιτική και κοινωνική ατμόσφαιρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, εκφράζει την αγανάκτησή του.
«Αυτό που γίνεται τώρα στην Αμερική δεν έχει προηγούμενο. H εποχή του μακαρθισμού, που συχνά μνημονεύεται, ήταν –συγκριτικά– πολύ περιορισμένης εμβέλειας. Σήμερα, βλέπουμε μια συντονισμένη προσπάθεια καταστροφής των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών και θεμελιακών φορέων και θεσμών που θέτουν σε κίνδυνο την ίδια τη χώρα, τις βασικές πολιτικές και οικονομικές της λειτουργίες».
Παρότι έχει ζήσει μια προνομιούχα –όπως τη χαρακτηρίζει– ζωή στην Αμερική, η αίσθηση του «ξένου που εκπληρώνει το αμερικανικό όνειρο», λέει πως δεν ένιωσε να άλλαξε ποτέ. Ειδικά τώρα. «Ομως, οι παρέες μας εδώ, όπως και οι φοιτητές μας, είναι από όλα τα μέρη του κόσμου, με όλες τις διαφορετικές γλώσσες, έθιμα, γεύσεις, εμπειρίες που μπορεί να φανταστεί κανείς, κι αυτό είναι που κάνει τη ζωή στη Νέα Υόρκη συναρπαστική. Ως εκ τούτου, πολλοί από εμάς έχουμε ζήσει δικτατορίες και σκληρούς εθνικισμούς» σημειώνει. «Σε σχέση με τους Αμερικανούς συναδέλφους, που στέκονται εμβρόντητοι, εμείς έχουμε προβλέψει κινήσεις που όντως έγιναν και γενικά σκεφτόμαστε τα χειρότερα σενάρια. Το κάνουμε ψύχραιμα, χωρίς πανικό, έχοντας πλέον αποβάλει τη σκέψη “αυτό δεν γίνεται στην Αμερική”. Κι όμως γίνεται. Στην ιστορία τίποτε ποτέ δεν παραμένει σταθερό».
Ο ίδιος περιγράφει τον κλονισμό που έχει δεχθεί η πανεπιστημιακή κοινότητα και ιδιαίτερα το Κολούμπια από την πρώτη στιγμή της νέας περιόδου διακυβέρνησης Τραμπ, εκφράζοντας την ανησυχία του ακόμη και για το τέλος του πανεπιστημιακού ιδρύματος. «Γίναμε άμεσα αντικείμενο ενός “αποφασίζομεν και διατάσσομεν” γιατί έτσι λειτουργεί αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση, μόνο με προεδρικά διατάγματα, δεν έχει καταθέσει ούτε ένα νομοσχέδιο. Αυτό που μας ανησυχεί δεν είναι μόνο η κατάργηση των κρατικών κονδυλίων που συνιστούν βασικούς πόρους έρευνας, κυρίως στην ιατρική και τις φυσικές επιστήμες, αλλά η ακύρωση της νόμιμης βίζας χιλιάδων ξένων φοιτητών και ερευνητών, που θα καταστρέψει τον παγκόσμιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου και η πιθανότητα να βρεθούμε υπό την εποπτεία δικαστικού επιτρόπου, κάτι που θα σημάνει την κατάργηση της αυτονομίας του πανεπιστημίου -κυριολεκτικά το τέλος του».
Ο «πόλεμος» της κυβέρνησης Τραμπ εναντίον των κορυφαίων αμερικανικών πανεπιστημίων βρίσκει ήδη αντίσταση στην ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα που εφευρίσκει τρόπους «επιβίωσης» μπροστά στις νέες συνθήκες. «Εχουμε εντείνει τις συζητήσεις, είτε με ομάδες σε κάθε τομέα είτε κατ’ ιδίαν, ανταλλάσσουμε πληροφορίες, επινοούμε τακτικές αντιμετώπισης προβλημάτων –οικονομικών ή ψυχολογικών– και οργανώνουμε σεμινάρια στα οποία μαζί συζητάμε για τις νέες συνθήκες, αναλύουμε διαμορφώσεις και καταστάσεις, μοιραζόμαστε σκέψεις και συναισθήματα. Γενικά, λειτουργούμε ως οφείλουμε παιδαγωγικά και μάλιστα, με μεγαλύτερο πάθος», τονίζει ο Ελληνας καθηγητής.
Ο ίδιος αισθάνεται ότι το «βαρύ» προνόμιο της δημοκρατικότητας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων τείνει να χαθεί. Ή μάλλον να έχει ήδη χαθεί. «Τα πανεπιστήμια υπήρξαν ανέκαθεν στόχος αυτής της ιδεολογίας, γιατί ήταν πραγματικά αυτόνομοι χώροι έρευνας και μάθησης, αλλά επίσης και ελεύθερης έκφρασης και διαφωνίας, χωρίς αμφιβολία ο τελευταίος πραγματικά δημοκρατικός χώρος στην Αμερική, παρά τα προνόμια που σίγουρα είχαν. Βλέπετε, μιλώ σε παρελθόντα χρόνο. Μακάρι να κάνω λάθος», λέει ο κ. Γουργουρής, προσθέτοντας πως όχι μόνο τα πανεπιστήμια αλλά «το σύνολο της αμερικανικής κοινωνίας βρίσκεται σήμερα στην άκρη του γκρεμού».
«Η ταχύτητα –και τραχύτητα– των εξελίξεων, όπως τη βιώνει κανείς καθημερινά, είναι αδύνατο να περιγραφεί. Η ίδια η αίσθηση του χρόνου έχει αλλάξει. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Η παγκόσμια οικονομία έχει διαρραγεί. Οι αξίες της ελευθερίας, της ισότητας, των δικαιωμάτων αποκηρύσσονται και λοιδορούνται από ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι η ζημιά δεν είναι ανεπανόρθωτη; Σίγουρα, η σκέψη ότι όλα αυτά είναι παροδικά και ότι η Αμερική θα επανέλθει ως ήταν, είναι αφελής».
https://www.kathimerini.gr/opinion/interviews/563563471/oi-oroi-tramp-tha-simanoyn-to-telos-toy-koloympia/